Πρόκειται για ένα πολύ σπάνιο δόλωμα, αλλά ίσως το κορυφαίο για την καθετή. Παλιοί ψαράδες που ήξεραν που θα το βρουν και πως θα το συλλέξουν, πραγματοποιούσαν αξιόλογες ψαριές.
Υπάρχουν πολλοί λόγοι για τους οποίους αυτό το δόλωμα είναι τόσο σπάνιο, ξεκινώντας από την εξαιρετικά δύσκολη διαδικασία ανεύρεσής του, αλλά και την μικρή ποσότητα την οποία μπορεί να περισυλλέξει κάποιος μέσα σε μία μέρα. Όλα αυτά συμβάλουν σημαντικά στην χαμηλή εμπορευσιμότητα του και επόμενο είναι να ανεβάζουν κατακόρυφα τη τιμή πώλησής του. Η μεγάλη περιεκτικότητα του σε αίμα, σε συνδυασμό με την πολύ έντονη μυρωδιά που εκπέμπει, η οποία είναι ακριβώς ίδια με αυτήν του γνωστού συνωνύμου φαρμάκου, είναι ο λόγος που ονομάστηκε έτσι.
Τα λιγοστά σκουλήκια που θα βρούμε στα καταστήματα, έχουν μήκος από 10 έως και 20 εκ. και πάχος περίπου 1 εκ. Ολόκληρο το μήκος του σώματος του καλύπτεται από ραβδώσεις, οι οποίες γίνονται πιο έντονες όσο πλησιάζουμε προς το κεφάλι του, όπου το σώμα του γίνεται και πιο σκληρό. Το φυσιολογικό του χρώμα είναι κεραμιδί, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις ανάλογα την θερμοκρασία του νερού που συντηρείται ή το πόσο ταλαιπωρημένο είναι, το χρώμα του αλλάζει και γίνεται πιο ανοιχτό ή πιο σκούρο. Είναι ένα ακόμα σκουλήκι που ζει στην άμμο σε περιοχές όπου υπάρχουν πολύ καθαρά νερά. Για το δολώσουμε μπορούμε να το πιάσουμε ελεύθερα, είναι εντελώς ακίνδυνο, αφού δεν διαθέτει αιχμηρά δόντια, ώστε να μας προκαλέσει κάποιο μικροτραυματισμό.
Σπάνιο και αποδοτικό
Όσο σπάνιο είναι, τόσο περισσότερο αποδοτικό παρουσιάζεται απέναντι στα ψάρια, κάτι στο οποίο συμφωνούν ομόφωνα όσοι ψαράδες είχαν την τύχη να το δοκιμάσουν. Θεωρώ ότι δεν υπάρχει κάποιο ψάρι που να μπορεί να αντισταθεί στην παρουσία αυτού του δολώματος μέσα στο βυθό χωρίς να το δοκιμάσει, ακόμα και αν είναι πολύ δύσπιστο, η έντονη οσμή που θα του προκαλέσει η διάχυση του αίματος του σκουληκιού, θα του ανοίξει την όρεξη. Πιο συγκεκριμένα, λυθρίνια, φαγκρόπουλα και σαργοί, στην κυριολεξία θα δώσουν και την ζωή τους για να το γευτούν, όπως επίσης και οι τσιπούρες, αλλά και οι μουρμούρες.
Το μόνο μειονέκτημα που έχει, είναι ότι λόγω της έντονης μυρωδιάς του, γίνεται στόχος και πολλών μικρών ψαριών, με αποτέλεσμα να ορμάνε με μανία και να το κατασπαράζουν και έτσι να μην μπορεί να το εντοπίσει κάποιο αξιόλογο ψάρι. Οπότε καλό είναι να το χρησιμοποιούμε κατά την διάρκεια της νύχτας, αφού η δυνατή μυρωδιά που εκπέμπει θα μαλαγρώσει κατά κάποιο τρόπο γύρω από το σημείο που βρίσκεται, με αποτέλεσμα να εντοπίζεται από τα ψάρια ευκολότερα.
Πως δολώνεται
Το σώμα του σκουληκιού χαρακτηρίζεται από το εξαιρετικά σκληρό κομμάτι που βρίσκεται στα πρώτα 7 εκ. περίπου κοντά στο κεφάλι του και από το υπόλοιπο σώμα που είναι αρκετά μαλακό. Το σκληρό κομμάτι είναι και αυτό που δουλεύει καλύτερα, αφού φεύγει και πιο δύσκολα από το αγκίστρι. Το υπόλοιπο σώμα αποδίδει και αυτό, μόνον όταν δεν έχουν περάσει 24 ώρες από την στιγμή που βγήκε από το φυσικό του περιβάλλον. Για να το περάσουμε στο αγκίστρι δεν χρειάζεται κάποια ιδιαίτερη διαδικασία, απλά ακολουθούμε τα βήματα που πραγματοποιούμε για να δολώσουμε όλα τα παρόμοια μακριά σκουλήκια. Το σκουλήκι Ιωδίου μπορούμε να το δολώσουμε ολόκληρο ή και σε δυο κομμάτια, ανάλογα με το μέγεθος του κάθε σκουληκιού.
Αν το δολώσουμε ολόκληρο θα περάσουμε την βελόνα δόλωσης από το πίσω μέρος του σώματος του που είναι αρκετά μαλακό, προς το κεφάλι όπου βρίσκεται το σκληρό κομμάτι του. Έπειτα με προσεκτικές κινήσεις θα το περάσουμε στο αγκίστρι, ώστε το αρπάδι να βγει στο σκληρό κομμάτι. Όταν το σκουλήκι είναι μεγάλο, θα το κόψουμε στην μέση και θα δολώσουμε το σκληρό κομμάτι με τον ίδιο τρόπο. Αν τώρα έχουν περάσει δύο μέρες που έχουμε στην κατοχή μας το δόλωμα, το μαλακό κομμάτι θα έχει μαλακώσει υπερβολικά και θα είναι ακατάλληλο για χρήση. Έτσι θα πρέπει να το αφαιρέσουμε και να το αλατίσουμε με ψιλό αλάτι για να σφίξει, ώστε να μπορεί να σταθεί στο αγκίστρι.
Συντήρηση
Με το σκουλήκι ιωδίου μπορούμε να ψαρέψουμε όλες τις εποχές του χρόνου, όμως λόγω της μεγάλης ευαισθησίας που διαθέτει όταν απομακρυνθεί από το φυσικό του περιβάλλον, θα πρέπει να το συντηρήσουμε προσεκτικά μέχρι την στιγμή που θα το ψαρέψουμε. Θα το τοποθετήσουμε σε ένα δοχείο με θαλασσινό νερό, το οποίο θα πρέπει να βρίσκεται σε σημείο που δεν είναι εκτεθειμένο στον ήλιο, με την θερμοκρασία να κυμαίνεται από 8 έως 14 βαθμούς Κελσίου. Επιβάλλεται η συνεχής ανανέωση του νερού ανά 8 ώρες περίπου, ενώ σε καμία περίπτωση δεν θα μπορέσουμε να το συντηρήσουμε περισσότερο χρονικό διάστημα από τρείς ημέρες. Αν τώρα για κάποιο λόγο δεν το ψαρέψουμε, μπορούμε να το παστώσουμε με ψιλό αλάτι και να το διατηρήσουμε στην κατάψυξη μέχρι να πάμε στην θάλασσα.